ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

Ζώνες «επικινδυνότητας», νησιά «υψηλού κινδύνου», ανεπαρκείς υποδομές υγείας και πλωτό νοσοκομείο

gitsakis

Του Ιωάννη Γκιτσάκη *

Σφοδρές αντιδράσεις έχουν προκληθεί τις τελευταίες ημέρες από θεσμικούς φορείς, επαγγελματίες του τουρισμού και απλούς κατοίκους πολλών ελληνικών νησιών, εξαιτίας δημοσιευμάτων που κάνουν λόγο για κατάταξη των νησιών της χώρας σε τρεις κατηγορίες, ανάλογα με την επικινδυνότητά τους, η οποία σχετίζεται με την επάρκεια των υποδομών υγείας που διαθέτουν και τη δυνατότητά τους να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενα κρούσματα κορονοϊού.

Εξίσου σφοδρή ήταν η αντίδραση του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου κ. Γ. Χατζημάρκου, ο οποίος σε συνέντευξή του έκανε λόγο για ερασιτεχνισμό και αναρωτήθηκε «Τι δουλειά έχει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Τουρισμού να μιλά γι’ αυτά τα θέματα;». Άμεση ήταν η αντίδραση και του Υφυπουργού Τουρισμού κ. Μ. Κόνσολα, ο οποίος δήλωσε κατηγορηματικά, ότι «Το Υπουργείο Τουρισμού ουδέποτε διαχώρισε τα νησιά σε κατηγορίες, ως προς την επικινδυνότητά τους» και υπογράμμισε, πως «Τη μόνη κατηγοριοποίηση που θα μπορούσαν να κάνουν το Υπουργείο Υγείας και ο ΕΟΔΥΥ περιορίζεται στην καταγραφή των δυνατοτήτων των δομών υγείας για τη διαχείριση και αντιμετώπιση κρουσμάτων Covid-19, σε κάθε περιφέρεια, αλλά και σε κάθε νησί που αποτελεί τουριστικό προορισμό και με βάση αυτή την καταγραφή να διαμορφωθούν τα επιχειρησιακά σχέδια, αλλά και να ενισχυθούν οι δομές υγείας».)

Τα δημοσιεύματα βεβαίως αυτά στηρίχθηκαν στο πακέτο επανεκκίνησης του ελληνικού τουρισμού, με την ονομασία «Restart Tourism», το οποίο ανακοίνωσε την προηγούμενη εβδομάδα ο Υπουργός Τουρισμού κ. Χ. Θεοχάρης. Πράγματι, στη σελίδα 8 του κυβερνητικού σχεδίου περιλαμβάνεται πίνακας με επικεφαλίδα «Risk assessment» (αξιολόγηση κινδύνου), στην οποία οι τουριστικοί προορισμοί της χώρας χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες, με κριτήρια την προσβασιμότητα σε υποδομές υγείας και τη δυνατότητα ελέγχου (testing) για κορονοϊό.

theoharis

Πράγματι, όπως αναπτύχθηκε και στο σχετικό άρθρο μου με τίτλο «Restart Tourism – Πακέτο τουρισμού – Τα καλά, τα κακά και τα άσχημα», οι τουριστικοί προορισμοί της Ελλάδας χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες, ανάλογα με το επίπεδο κινδύνου (χαμηλό, μέτριο και υψηλό).

Στην κατηγορία του χαμηλού κινδύνου εντάσσεται η ηπειρωτική Ελλάδα, η Κρήτη και οι προορισμοί με δυνατότητα πρόσβασης στις υποδομές υγείας της ηπειρωτικής Ελλάδας μέσα σε 2 ώρες (με πλοίο ή αυτοκίνητο).

Στην κατηγορία του μέτριου κινδύνου εντάσσονται τα νησιά που διαθέτουν αναπτυγμένες υποδομές υγείας, δηλαδή Γενικά Νοσοκομεία ή Κέντρα Υγείας που έχουν δηλωθεί κλίνες Covid. Στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, στην κατηγορία αυτή εντάσσονται μόλις πέντε νησιά και συγκεκριμένα, η Σαντορίνη, η Νάξος, η Ρόδος, η Κως και η Κάλυμνος.

ethnos
Πηγή: www.ethnos.gr

Τέλος, στην κατηγορία του υψηλού κινδύνου εντάσσονται τα νησιά που διαθέτουν απλές υποδομές υγείας ή δεν διαθέτουν υποδομές υγείας. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται τα περισσότερα από τα υπόλοιπα νησιά των Κυκλάδων και των Δωδεκανήσων, όπως φαίνεται στην παρακάτω φωτογραφία, εξ ου και οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν σε αυτά τα νησιά.

Από την ανάπτυξη που προηγήθηκε είναι προφανές, πως ούτε η κυβέρνηση ούτε το Υπουργείο Τουρισμού είχαν κάποια πρόθεση να κατηγοριοποιήσουν τα ελληνικά νησιά με κριτήριο την επικινδυνότητά τους. Πολύ περισσότερο δεν είχαν πρόθεση να στείλουν μήνυμα προς εγχώριους και αλλοδαπούς τουρίστες σχετικά με το ποια ελληνικά νησιά θεωρούνται ασφαλή και ποια όχι. Πρόθεση βεβαίως ήταν η κατηγοριοποίηση με βάση τις δυνατότητες των υποδομών υγείας των ελληνικών νησιών, αναφορικά με τη διαχείριση και αντιμετώπιση κρουσμάτων κορονοϊού, προκειμένου να διαμορφωθούν τα κατάλληλα επιχειρησιακά σχέδια και να ενισχυθούν οι υποδομές υγείας κάθε τουριστικού προορισμού.

Θα έπρεπε όμως να έχει εκτιμηθεί και το πως θα μπορούσε να εκληφθεί η παραπάνω κατηγοριοποίηση, από τα ΜΜΕ (εγχώρια και διεθνή), από τους επαγγελματίες του τουρισμού, αλλά και από τους κατοίκους των νησιών αυτών. Πράγματι, όπως ανέφερα στο παραπάνω άρθρο μου, αυτό το καλοκαίρι όλα τα μεγάλα διεθνή ΜΜΕ θα έχουν συνεχώς στραμμένη την προσοχή τους στην Ελλάδα. Κάθε κυβερνητική ανακοίνωση που συνδέεται με τον τουρισμό ταξιδεύει με ταχύτητα φωτός, όχι μόνο στους εγχώριους τουριστικούς προορισμούς, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Απαιτείται επομένως μεγάλη προσοχή, όχι μόνο στην ουσία των όσων ανακοινώνονται, αλλά ακόμη και στην ορολογία που χρησιμοποιείται.

Είναι προφανές πως μία κατηγοριοποίηση των τουριστικών προορισμών της χώρας μας και των ελληνικών νησιών, με αναφορά σε επίπεδα κινδύνου, καθώς και η ένταξη κάποιων νησιών στην κατηγορία του υψηλού κινδύνου, είναι εσφαλμένη. Καταρχήν επικοινωνιακά, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Αλλά και για λόγους ουσίας, καθώς το συγκεκριμένο κριτήριο δεν αποτυπώνει την πραγματική κυβερνητική πρόθεση. Η ακριβής ορολογία, που θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για το κριτήριο κατάταξης των τουριστικών προορισμών, είναι όχι το επίπεδο κινδύνου, αλλά το επίπεδο επάρκειας των υποδομών υγείας για την αντιμετώπιση ενδεχόμενων κρουσμάτων κορονοϊού. Συνεπώς, οι τρεις κατηγορίες θα έπρεπε να είναι: Τουριστικοί προορισμοί με υψηλή, μέτρια και χαμηλή επάρκεια υποδομών υγείας. Ακόμη όμως και η ορολογία αυτή θα μπορούσε να εκληφθεί αρνητικά από τα διεθνή ΜΜΕ. Καθώς το κριτήριο της επάρκειας των υποδομών υγείας αποτελεί φέτος βασικό κριτήριο για την επιλογή τουριστικού προορισμού από πολλούς αλλοδαπούς τουρίστες. Κατά συνέπεια, η ορολογία θα έπρεπε να είναι όσο το δυνατόν πιο ουδέτερη. Πρώτη, δεύτερη και τρίτη κατηγορία, χωρίς καμία αναφορά σε κριτήρια κατάταξης. Πρόκειται για ένα ευαίσθητο επιχειρησιακό σχεδιασμό. Ως εκ τούτου, τα κριτήρια θα έπρεπε να αναφέρονται μόνο σε υπηρεσιακά έγγραφα, τα οποία θα διακινούνταν μεταξύ των αρμοδίων Υπηρεσιών, προκειμένου να σχεδιαστεί και να υλοποιηθεί ο κυβερνητικός σχεδιασμός. Θα έπρεπε επίσης να αναφέρονται στα έγγραφα της επίσημης ενημέρωσης προς τους θεσμικούς φορείς του τουριστικού κλάδου. Όχι όμως και να ανακοινώνονται δημοσίως και μάλιστα με τρόπο που είναι δεδομένο ότι θα προκαλέσει αντιδράσεις ή που θα μπορούσε ακόμα και να βλάψει την εικόνα ορισμένων ελληνικών νησιών ως τουριστικών προορισμών και μάλιστα, σε μία ιδιαίτερα δύσκολη τουριστική περίοδο.

money tourism copyright photo
money tourism copyright photo

Εκτός από την ορολογία, όμως, υπάρχει και η ουσία. Όπως επεσήμανα στο παραπάνω άρθρο μου, η ανεπάρκεια των υποδομών υγείας σε πολλά νησιά είναι ένα υπαρκτό και χρόνιο πρόβλημα. Και, ενδεχομένως, ο κυβερνητικός σχεδιασμός να αποδειχθεί ανεπαρκής για την αντιμετώπιση κρουσμάτων κορονοϊού σε αυτά τα νησιά, ιδίως σε περίπτωση που τα κρούσματα είναι μαζικά.

Για το λόγο αυτό, σε παλαιότερο άρθρο μου, είχα προτείνει ως πλέον ενδεδειγμένη λύση, τη δρομολόγηση στο Αιγαίο ενός πλοίου που θα είναι ειδικά διαμορφωμένο ως πλωτό νοσοκομείο. Σήμερα μάλλον ο χρόνος δεν είναι επαρκής για κάτι τέτοιο, ακόμα και αν αποφασιστεί η επίταξη ενός παροπλισμένου επιβατηγού πλοίου για το σκοπό αυτό. Ίσως πάλι το λειτουργικό κόστος ενός τέτοιου πλωτού νοσοκομείου να είναι ιδιαίτερα υψηλό και γι’ αυτό να απορρίφθηκε ως ιδέα. Πράγματι, όπως πληροφορήθηκα μετά τη δημοσίευση του ως άνω άρθρου, η χώρα μας είχε επιχειρήσει και στο παρελθόν να δρομολογήσει ένα τέτοιο πλωτό νοσοκομείο. Συγκεκριμένα, το έτος 1993, το πλοίο «Πάρος Εξπρές» μετατράπηκε σε πλωτό νοσοκομείο, με το όνομα «Ιπποκράτης». Διαμορφώθηκε κατάλληλα και διέθετε γκαράζ για νοσοκομειακά οχήματα, 23 εξεταστήρια, 30 δίκλινες και τετράκλινες καμπίνες, αίθουσα συνεδρίων και εκδηλώσεων, τραπεζαρίες και ελικοδρόμιο. Η αγορά και οι εργασίες μετασκευής κόστισαν τότε 583 εκατομμύρια δραχμές. Δυστυχώς, λόγω του υψηλού λειτουργικού κόστους, το οποίο ανερχόταν ετησίως σε 350 εκατομμύρια δραχμές, ο Ιπποκράτης δεν σάλπαρε ποτέ και παρέμεινε αγκυροβολημένος για πολλά χρόνια, σαπίζοντας και αναμένοντας την εκποίησή του από τον ΟΔΔΥ μετά από μία σειρά αποτυχημένων πλειστηριασμών. Θλιβερό πραγματικά τέλος για ένα τόσο φιλόδοξο εγχείρημα.

Παρόλη όμως την κακή προϊστορία, συνεχίζω να πιστεύω, πως ένα πλωτό νοσοκομείο αποτελεί την καλύτερη λύση, όχι μόνο για την αντιμετώπιση κρουσμάτων κορονοϊού τη φετινή τουριστική περίοδο, αλλά και για τη μόνιμη ενίσχυση των ελλιπών υποδομών υγείας πολλών νησιών του Αιγαίου, τόσο κατά τη χειμερινή όσο και κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Ενδεχομένως θα πρέπει να επιλεγεί ένα μικρότερο πλοίο, ούτως ώστε τα λειτουργικά του έξοδα να μην είναι τόσο υψηλά.

Όσον αφορά στη φετινή τουριστική περίοδο, είναι ιδιαίτερα θετικό το γεγονός, ότι στον επιχειρησιακό σχεδιασμό της κυβέρνησης εντάσσονται τρία πλωτά ασθενοφόρα, όπως ανακοίνωσε πρόσφατα ο Υπουργός Ναυτιλίας κ. Γ. Πλακιωτάκης. Είχα αναφερθεί σε αυτά, στο άρθρο μου για το πλωτό νοσοκομείο, επισημαίνοντας ότι θα αποτελούσαν την καλύτερη λύση για τα νησιά των Σποράδων, προκειμένου να μεταφέρονται τυχόν κρούσματα κορονοϊού στο λιμάνι του Βόλου, αλλά και για τα Επτάνησα, προκειμένου τυχόν κρούσματα να μεταφέρονται άμεσα προς τον εγγύτερο λιμένα της ηπειρωτικής χώρας και από εκεί να διοχετεύονται στα κοντινότερα νοσοκομεία. Το τρίτο πλωτό ασθενοφόρο μάλλον θα ήταν καλύτερο να δρομολογηθεί στα νησιά των δυτικών Κυκλάδων, καλύπτοντας Κέα, Κύθνο, Σέριφο, Σίφνο, Μήλο και Κίμωλο.

Και πάλι, όμως, ο σχεδιασμός αυτός αφήνει ακάλυπτο ένα σημαντικό αριθμό νησιών στις Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα (ενδεικτικά, Μύκονο, Τήνο, Αμοργό, Ίο, Φολέγανδρο, Αστυπάλαια, Πάτμο, Λειψούς κ.ά.), τα οποία εντάσσονται στην κατηγορία του «υψηλού κινδύνου», δηλαδή των ανεπαρκών υποδομών υγείας. Για τα νησιά αυτά συνεχίζω να πιστεύω πως η καλύτερη λύση είναι η δρομολόγηση ενός πλωτού νοσοκομείου. Δεν είναι ανάγκη να είναι το πλωτό νοσοκομείο που πρότεινα στο παραπάνω άρθρο μου. Μάλλον ο χρόνος για κάτι τέτοιο δεν είναι πλέον επαρκής. Δεν είναι ανάγκη να είναι ούτε το πλωτό νοσοκομείο με το λευκό χρώμα και τους τεράστιους κόκκινους σταυρούς, το οποίο θα λειτουργούσε και επικοινωνιακά, καθώς θα προβαλλόταν σε όλα τα διεθνή τηλεοπτικά δίκτυα και θα αποτελούσε ακόμα και τουριστικό αξιοθέατο. Ας είναι ένα μικρότερο πλοίο, αρκεί να είναι ικανό να πλέει στις συνθήκες που επικρατούν το καλοκαίρι στο Αιγαίο, δηλαδή τουλάχιστον σε συνθήκες 6 μποφόρ. Αν είναι ένα μικρό πλοίο του πολεμικού ναυτικού ή ένα πλοίο του λιμενικού σώματος, με μικρές μετατροπές και κατάλληλο εξοπλισμό, ώστε να δύναται να αντιμετωπίσει, να θέσει σε καταντίνα, να μεταφέρει και να περιθάλψει ασθενείς με CoVid-19 από τα παραπάνω νησιά. Θα ενισχύσει, τόσο την υγειονομική ασφάλεια των νησιών αυτών όσο και την τουριστική τους εικόνα, σε μία χρονιά που το κριτήριο της ασφάλειας και των επαρκών υποδομών υγείας αποτελεί βασικό κριτήριο επιλογής τουριστικού προορισμού.

Θα επαναλάβω, λοιπόν, αυτό που έγραψα στο προηγούμενο άρθρο μου, για την αξιολόγηση του τουριστικού πακέτου της κυβέρνησης: Στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα τα λάθη δεν συγχωρούνται. Αυτό το καλοκαίρι όλα τα μεγάλα διεθνή ΜΜΕ θα έχουν συνεχώς στραμμένη την προσοχή τους στην Ελλάδα. Μία ενδεχόμενη αποτυχία στην αντιμετώπιση κρουσμάτων κορονοϊού στα ελληνικά νησιά μπορεί να καταστρέψει αμέσως την καλή διεθνή εικόνα της χώρας μας. Οι σημερινές διθυραμβικές αναφορές μπορούν εύκολα να μετατραπούν σε επικριτικά άρθρα που θα θυμίζουν τις εποχές των μνημονίων. Η Ελλάδα, σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να απολέσει το πολύτιμο συγκριτικό πλεονέκτημα που απέκτησε σε σχέση με τις ανταγωνιστικές τουριστικά γειτονικές της χώρες (Ιταλία, Ισπανία, Τουρκία, Γαλλία κ.ά.), λόγω της επιτυχούς αντιμετώπισης της εξάπλωσης του κορονοϊού. Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να επιτρέψουμε στις χώρες αυτές να μας προσπεράσουν και να επανακτήσουν το χαμένο μερίδιο της τουριστικής αγοράς, εξαιτίας δικών μας οργανωτικών ή επικοινωνιακών λαθών στο σχέδιο της ασφαλούς επανεκκίνησης του ελληνικού τουρισμού.

Κλείνοντας, θα αναφέρω, ότι στο δικό μου σχεδιασμό για το φετινό καλοκαίρι, τα νησιά της ζώνης του «υψηλού κινδύνου» βρίσκονται πρώτα στη λίστα των προτιμήσεων μου. Ανυπομονώ λοιπόν και εγώ, όπως και πολλοί άλλοι τουρίστες, Έλληνες και ξένοι, να βρεθούμε ξανά στα αγαπημένα μας νησιά και να συναντηθούμε και πάλι με τους καλούς μας φίλους, τους ανθρώπους που κάθε χρόνο μας ανοίγουν τα σπίτια τους, τα μαγαζιά τους, τις ταβέρνες τους και τα καΐκια τους και οι οποίοι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, μας αντιμετωπίζουν σαν να είμαστε συγγενείς τους. Εμείς λοιπόν θα επισκεπτόμαστε πάντα αυτά τα νησιά, σε όποια «ζώνη επικινδυνότητας» και αν ανήκουν, βάζοντας τέρμα στα ηχεία το τραγούδι της Άλκηστις Πρωτοψάλτη «Σε όλα τα νησιά».

* Ο κ. Ιωάννης Γκιτσάκης (twitter @gitsakis) είναι Δικηγόρος Θεσσαλονίκης και Διδάκτωρ Διοικητικού Δικαίου.

ΠΗΓΗ money-tourism.gr

Related Posts