7 Μαΐου γιορτάζουν…
- Ανάμνηση του εν τω ουρανώ φανέντος σημείου του Τιμίου Σταυρού επί Κωνσταντίου
- Άγιος Κοδράτος και οι μαζί μ’ αυτόν μαρτυρήσαντες
- Εύρεσις του Τιμίου Λειψάνου του Οσίου Νείλου του Νέου του Μυροβλήτη
- Άγιος Ακάκιος
- Άγιοι Ρουφίνος και Σατορνίνος
- Όσιος Ιωάννης ο Ψυχαΐτης
- Άγιος Μάξιμος
- Όσιος Ταράσιος ο θαυματουργός «ὁ ἐν Λυκαονίᾳ»
- Μετάθεση των ιερών λειψάνων του Οσίου Ευθυμίου του Μεγάλου
- Άγιος Ιουβενάλιος ο Μάρτυρας
- Άγιος Φλάβιος ο Ιερομάρτυρας και των συν αυτώ Αγίων Μαρτύρων Αυγούστου και Αυγουστίνου των αυταδέλφων
- Όσιος Ιωάννης και οι μαθητές αυτού
- Όσιος Νείλος εκ Ρωσίας
- Άγιος Αλέξιος Τοθ ο Υπερασπιστής της Ορθοδόξου Πίστεως στην Αμερική
- Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Λιούμπεχ Ρωσίας
- Σύναξη Υπεραγίας Θεοτόκου εν Ζίροβιτς Ρωσίας
- Άγιος Κύριλλος ο μάρτυρας
- Ανάμνηση του εν τω ουρανώ φανέντος σημείου του Τιμίου Σταυρού επί Κωνσταντίου.
Ἦχος α’.
Τοῦ Σταυροῦ σου ὁ τύπος νῦν ὑπὲρ ἤλιον ἔλαμψεν, ὅνπερ ἐξ ὄρους ἁγίου, τόπῳ Κρανίου ἐφήπλωσας· καὶ τὴν ἐν αὐτῷ σου Σῶτερ ἰσχὺν ἐτράνωσας, διὰ τούτου κρατύνας καὶ τοὺς πιστοὺς Βασιλεῖς ἡμῶν· οὓς καὶ περίσωζε διαπαντὸς ἐν εἰρήνῃ, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ σῶσον ἡμᾶς.
Ἦχος πλ. δ’.
Ὦ τρισμακάριστε Σταυρὲ καὶ Πανσεβάσμιε, σὲ ἀνυμνῶν καὶ προσκυνῶν νῦν ἁγιάζομαι, ἐν ᾧ Χριστὸς ἀνυψούμενος κόσμον ἔσωσεν, ἀλλὰ πρόφθασον καὶ σῶσον τῇ δυνάμει σου, καὶ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον, ἵνα κράζω σοι· Χαῖρε Ξύλον μακάριον.
Ἦχος πλ. δ’.
Ὁ διανύξας οὐρανοὺς κεκλεισμένους, ἐν οὐρανῷ περιφανεῖς τὰς ἀκτίνας, ἐπὶ τῆς γῆς ἀνέτειλεν ὁ ἄχραντος Σταυρός· ὅθεν οἱ τὴν ἔλλαμψιν, τῆς αὐτοῦ ἐνεργείας, δεξάμενοι πρὸς ἄδυτον, ὁδηγούμεθα φέγγος· καὶ ἐν πολέμοις ἔχομεν αὐτόν, ὅπλον εἰρήνης ἀήττητον τρόπαιον.
Ἀνοιξόν μου τὸ στόμα, Βασιλεῦ τῶν αἰώνων, καταύγασόν μου τὸν νοῦν καὶ τὰς φρένας, καὶ ἁγίασον μου τὴν ψυχήν, ἵνα ὑμνήσω Λόγε τὸ σεπτὸν ξύλον σου, κατάπεμψον τὸ Πνεῦμά σου καὶ δίδαξον με, ἵνα πόθῳ κραυγάζω.
Χαῖρε, Σταυρὲ οἰκουμένης δόξα, χαῖρε, Σταυρὲ Ἐκκλησίας κράτος.
Χαῖρε, ἱερέων προπύργιον ἄσειστον, χαῖρε, βασιλέων διάδημα τίμιον.
Χαῖρε, σκῆπτρον τοῦ παντάνακτος Δημιουργοῦ τοῦ παντός, χαῖρε, ὅτι κατεδέξατο προσπαγῆναί σοι Χριστός.
Χαῖρε, τῶν θλιβομένων παραμύθιον μέγα, χαῖρε, τῶν ἐν πολέμοις τὸ ἀήττητον ὅπλον.
Χαῖρε, Σταυρέ, Ἀγγέλων εὐπρέπεια, χαῖρε, Σταυρέ, πιστῶν ἡ ἀντίληψις
Χαῖρε, δι’ οὗ κατεπόθη ὁ ᾍδης, χαῖρε, δι’ οὗ ἐξανέστημεν πάντες.
Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.
Ὅλος ἡλιόμορφος ὁ Σταυρός, φέγγει ἀπροσίτῳ, ἀναλάμψας ἐν τῇ Σιών, τὴν τοῦ Σταυρωθέντος, Ἀνάστασιν κηρύττει, δι’ ἧς ἐκ τῆς κακίας, πάντες ἀνέστημεν.
- Άγιος Κοδράτος και οι μαζί μ’ αυτόν μαρτυρήσαντες.
Ο Άγιος Κοδράτος έζησε στα χρόνια των βασιλέων Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.) και Ουαλεριανού (251 – 259 μ.Χ.) στη Νικομήδεια. Συνελήφθη σαν Χριστιανός, οδηγήθηκε στον ανθύπατο Περίνιο και όταν τον ανέκρινε, ο Κοδράτος, ομολόγησε με θάρρος ότι είναι χριστιανός. Τότε τον άπλωσαν κατά γης, τον μαστίγωσαν με μαστίγια από νεύρα βοδιών και αιμόφυρτο τον έριξαν στη φυλακή.
Από τη Νικομήδεια, με προσταγή του ανθύπατου, μεταφέρθηκε στη Νίκαια, όπου δι’ αυτού πολλοί πίστεψαν στον Χριστό και θανατώθηκαν άλλοι με φωτιά και άλλοι με μαχαίρια. Εκεί αφού τον κρέμασαν, έγδαραν τις σάρκες του, τον μαστίγωσαν και τον έστειλαν στην Aπάμεια, όπου και εκεί υπέστη πολλά και ποικίλα μαρτύρια.
Από εκεί ο ανθύπατος τον οδηγούσε δέσμιο στην Καισαρεία. Στο δρόμο, πολλές φορές προσπάθησε να πείσει τον Κοδράτο να προσφέρει θυσία στους θεούς, αλλά ο μάρτυρας παρέμεινε άκαμπτος στην πίστη του. Τότε κοντά στην Ερμούπολη, διέταξε να τον βάλουν επάνω σε πυρακτωμένη σχάρα και έπειτα τον αποκεφάλισαν. Γίνεται δε η σύναξη του κοντά στην Ξηροκίρκου.
- Εύρεσις του Τιμίου Λειψάνου του Οσίου Νείλου του Νέου του Μυροβλήτη.
Ο Όσιος Νείλος καταγόταν (σύμφωνα με την Ακολουθία του που εκδόθηκε το 1847 μ.Χ.) από τον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας και έζησε κατά το πρώτο ήμισυ του 17ου αιώνα μ.Χ. Από νεαρή ηλικία παρελήφθη από τον θείο του, ιερομόναχο Μακάριο, στην εκεί ιερά μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου, την καλουμένη του Μαλεβή, όπου και αφού εκπαιδεύθηκε με θεοσέβεια, χειροτονήθηκε διάκονος. Ποθώντας όμως και οι δύο ακόμη πιο ασκητικό βίο, μετέβησαν στο Άγιον Όρος, όπου, αφού για λίγο χρόνο ασκήτεψαν στο σπήλαιο που είχε ασκητέψει ο Όσιος Πέτρος ο Αθωνίτης (τιμάται Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἄνθη πανεύοσμα, τῆς αἰδίου ζωῆς, τὰ θεία σου λείψανα, ἐκ τῶν ταμείων τῆς γῆς, ἠμὶν ἀνεφάνησαν. Ὅθεν μνείαν τελοῦντες, τῆς εὑρέσεως τούτων, μέλπομεν Πάτερ Νεῖλε, τὴν δοθείσαν σοι χάριν, δι’ ἧς πάσι προστάτης, εὑρίσκῃ θερμότατος.
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὰ σεπτά σου λείψανα περικυκλοῦντες, ἐξ αὐτῶν λαμβάνομεν, ἁγιασμοῦ τὰς δωρεάς, Μυροβλυτῶν ἐγκαλλώπισμα, Νεῖλε θεόφρον, Ἀγγέλων ὁμόσκηνε.
Μύρου ἀποπνέοντα τὴν ὀσμήν, καὶ μελλούσης δόξης, ἐκδηλοῦντα τᾶ ἀγαθά, ὤφθησαν τοῖς πᾶσι, τὰ θεῖα λείψανά σου· διό σε Μυροβλῦτα, Νεῖλε γεραίρομεν.
- Άγιος Ακάκιος.
Ο Άγιος Ακάκιος καταγόταν από την Καππαδοκία και έζησε στα τέλη του 3ου μ.Χ. αιώνα. Έλαμψε και αυτός μεταξύ των απειραρίθμων ηρώων της χριστιανικής πίστης, στον διωγμό κατά της Εκκλησίας επί Γαλερίου Μαξιμιανού (286-305 μ.Χ.).
Ο Άγιος Ακάκιος υπηρετούσε στις στρατιωτικές τάξεις, και είχε διοικητή τον εκατόνταρχο Φήρμο. Κάποια μέρα αυτός, με ανωτέρα διαταγή, ανέκρινε τους στρατιώτες του για να εξακριβώσει, πόσοι και ποιοι απ’ αυτούς ήταν χριστιανοί. Μεταξύ αυτών που ομολόγησαν το Χριστό, ήταν και ο Ακάκιος. Ο Φήρμος προσπάθησε να τον μεταπείσει, αλλά μάταια. Ο Φήρμος τότε, τον έστειλε στον ανθύπατο Βιβιανό. Αυτός προσπάθησε με πολλούς και διαφόρους τρόπους – καλούς και σκληρούς- να αλλαξοπιστήσει τον Ακάκιο. Μάταια όμως. Τον έστειλε τότε στην πιο σκοτεινή φυλακή του Βυζαντίου, αφού ανελέητα τον μαστίγωσε. Αλλά και πάλι δεν κατάφερε τίποτα. Κατόπιν, ανέλαβε τον Ακάκιο ο ανθύπατος Φαλακιανός (ή Φυλακιανός). Αυτός στην αρχή τον φυλάκισε, αλλά όταν είδε την άκαμπτη εμμονή του, διέταξε και τον αποκεφάλισαν. Ήταν ο Ακάκιος τότε 25 χρονών. Η Σύναξη του Αγίου Ακακίου ετελείτο στην περιοχή του Επτασκάλου, όπου είχε ανεγερθεί ναός από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό.
- Άγιοι Ρουφίνος και Σατορνίνος.
- Όσιος Ιωάννης ο Ψυχαΐτης.
- Άγιος Μάξιμος.
- Όσιος Ταράσιος ο θαυματουργός «ὁ ἐν Λυκαονίᾳ».
- Όσιος Ιωάννης και οι μαθητές αυτού.
Ο Όσιος Ιωάννης καταγόταν από τη Συρία και έζησε περί τα τέλη του 5ου αιώνα μ.Χ. Σπούδασε την κατά κόσμο σοφία στην Αντιόχεια. Η πνευματική του πρόοδος συμβάδιζε με το πέρασμα του χρόνου. Σε νεαρή ηλικία ακολούθησε τον ασκητικό βίο και έγινε μοναχός. Η ταπείνωσή του ήταν τόσο βαθιά, ώστε θεωρούσε τον εαυτό του σκώληκα και όχι άνθρωπο. Ημέρα και νύχτα παρακαλούσε τον Θεό να τον ευλογεί, για να πολεμά τα πάθη της ψυχής και του σώματος. Ο Θεός άκουσε την προσευχή του και του χάρισε την απάθεια και το χάρισμα της θαυματουργίας. Η φήμη της αγιότητάς του άρχισε να απλώνεται σε όλη τη Συρία. Ο κόσμος που συνέρρεε στον Άγιο Γέροντα ήταν πολύς και αυτό διατάρασσε τη μοναχική του ησυχία. Γι’ αυτό φεύγει από τον τόπο που ασκήτευε και κρύβεται βαθιά στην έρημο.
Ο Θεός, όμως, αλλιώς οικονόμησε τα πράγματα. Βλέπει, λοιπόν, ο Άγιος σε όνειρο την Παναγία, η οποία του έδωσε εντολή να επιλέξει δώδεκα μαθητές του και να μεταβούν στην Ιβηρία, για να εδραιώσουν την χριστιανική πίστη του λαού της. O Άγιος κάλεσε τους υποτακτικούς του και τους ανέφερε το γεγονός. Όλοι επιθυμούσαν να τον ακολουθήσουν. Τότε εκείνος έγραψε τα ονόματα όλως σε ξεχωριστά χαρτιά και τα έβαλε επάνω στην Αγία Τράπεζα. Όλοι τη νύχτα οι Πατέρες προσεύχονταν. Το πρωί, μετά την Θεία Λειτουργία, ο Όσιος τους είπε να υψώσουν τα χέρια τους στον ουρανό λέγοντας «Κύριε, ἐλέησον». Κατά την ώρα της προσευχής Άγγελος Κυρίου πήρε ενώπιον όλων δώδεκα χαρτιά από την Αγία Τράπεζα και τα έβαλε στα χέρια του Οσίου.
Οι εκλεγέντες μαθητές ήταν οι Σίω, Δαβίδ, Αντώνιος, Θαδδαίος, Στέφανος, Ισήδωρος, Μιχαήλ, Πύρρος, Ζήνων, Ισέ, Ιωσήφ και Άβιβος. Στη συνέχεια εξέλεξε για ηγούμενο της σκήτης κάποιο μοναχό Ευθύμιο και ξεκίνησε με τους μαθητές του το ταξίδι. Άγγελος Κυρίου εμφανίσθηκε στον Επίσκοπο της πρωτεύουσας της Γεωργίας Ευλόγιο και του είπε για τον ερχομό του δούλου του Θεού Ιωάννου και των μαθητών του. Τότε ο μακάριος εκείνος Επίσκοπος ξεκίνησε συνοδευόμενος από τον κλήρο και τον λαό, για να τους υποδεχθεί. Ο Όσιος Ιωάννης έβαλε μετάνοια στον Επίσκοπο και πήρε την ευλογία του. Και τότε συνέβη το θαύμα που μοιάζει με εκείνο που έγινε την ημέρα της Πεντηκοστής μετά την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στους Αποστόλους. Ο Όσιος μιλούσε τη γεωργιανή γλώσσα.
- Όσιος Νείλος εκ Ρωσίας.
Ο Όσιος Νείλος του Σόρκιυ καταγόταν από την ευγενή οικογένεια των Μάικωφ και γεννήθηκε στη Μόσχα το 1433 μ.Χ. από ευσεβείς γονείς. Όταν ήταν νέος, εργάσθηκε ως ταχυγράφος στην υπηρεσία του μεγάλου ηγεμόνος της Μόσχας. Η αγάπη του προς τον μοναχικό βίο οδήγησε τα βήματά του στη μονή της Λευκής Λίμνης, που είχε ιδρύσει ο ασκητής Κύριλλος. Λίγο αργότερα μεταβαίνει στο Άγιον Όρος, με το συμμοναστή του μοναχό Ιννοκέντιο και ασκητεύει στη «Σκήτη του Ξυλουργού». Υπάρχει βέβαια η πληροφορία ότι έμεινε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στη μονή του Αγίου Διονυσίου του Αγίου Όρους, η οποία εκείνη την εποχή βρισκόταν σε μεγάλη ακμή.
Ο Όσιος Νείλος και ο μοναχός Ιννοκέντιος επιστρέφουν στη Ρωσία περί το 1480 μ.Χ. Η αναζήτηση της ησυχίας τον κάνει να αποσυρθεί σε ένα μικρό ερημικό μέρος, λίγο μακρύτερα από τη μονή Λευκής Λίμνης, στον ποταμό Σόρα. Εκεί κτίζει και ένα μικρό ναό προς τιμήν της Δεσποτικής εορτής της Υπαπαντής του Κυρίου και επιδίδεται στο θεωρητικό βίο και την αδιάλειπτη προσευχή. Αλλά και εδώ ο Όσιος Νείλος συνιστά προσοχή και διάκριση. Γνωρίζει ότι δεν πρέπει να μπει κάποιος πρόωρα σε ανώτερες πνευματικά περιοχές. Γνωρίζει ότι κάθε μύηση στην πνευματική ζωή πρέπει να είναι προσεγμένη και να γίνεται προοδευτικά. Το κύριο χαρακτηριστικό της πνευματικότητας του Οσίου Νείλου είναι το «μέτρο» στην ασκητική ζωή και η διάκριση στη συμπεριφορά και στη σχέση μας με τους άλλους ανθρώπους.
Ο βίος του Οσίου χαρακτηρίζεται από την ταπείνωση. Είναι ο κατ’ εξοχήν Όσιος της κενώσεως, δηλαδή της ταπεινής ασκητικής ζωής και στάσεως. Ένα άλλο χάρισμά του ήταν η αγάπη. Για να είναι χρήσιμος στους αδελφούς δεχόταν να γίνει σαλός, αποκαλύπτοντας σε αυτούς τα μυστικά της πνευματικής ζωής. Όμως η αγιότητα και η θεολογική κατάρτιση του Οσίου Νείλου ελκύουν την προσοχή των εκκλησιαστικών αρχών και των κρατικών παραγόντων. Την εποχή αυτή στην πόλη Νόβγκοροντ ξεσπά η αίρεση των Ιουδαϊζόντων, οι οποίοι μεταξύ των άλλων έλεγαν ότι το 7000 από τη δημιουργία του κόσμου, δηλαδή το 1492 μ.Χ., θα γίνει η συντέλεια του κόσμου. Ο Όσιος βοήθησε την Εκκλησία και την Πολιτεία να μορφώσουν ορθή αντίληψη για την αίρεση και να την καταδικάσουν.
Ένα άλλο θέμα που αντιμετώπισε ο Όσιος ήταν αυτό της περιουσίας των μονών. Ο Άγιος γνώριζε καλά τον μεγάλο κίνδυνο που απειλούσε τους μοναχούς από τη συσσώρευση πλούτου στις μονές, έστω και αν ο πλούτος αυτός δεν ανήκε στους μοναχούς αλλά στη μονή. Το θέμα συζητήθηκε σε Σύνοδο που συγκλήθηκε το 1503 μ.Χ. στη Μόσχα, αλλά φαίνεται ότι για ποιμαντικούς λόγους η Σύνοδος δεν υιοθέτησε το πνεύμα του Οσίου Νείλου. Παρ’ όλα αυτά το πνεύμα αυτό του Οσίου επηρέασε θετικά το Ρωσικό μοναχικό βίο. Το συγγραφικό έργο του Οσίου Νείλου είναι πολύ πλούσιο. Τα κυριότερα έργα του είναι ασκητικά και αφορούν τον ασκητικό βίο και την ερημική ζωή. Ο Όσιος Νείλος κοιμήθηκε με ειρήνη την Κυριακή των Μυροφόρων του 1508 μ.Χ.
- Άγιος Αλέξιος Τοθ ο Υπερασπιστής της Ορθοδόξου Πίστεως στην Αμερική.
Ο Άγιος Αλέξιος, ο Υπερασπιστής της Ορθοδόξου πίστεως, γεννήθηκε στην Αυστροουγγαρία στις 18 Μαρτίου του 1854 μ.Χ. από μία φτωχή οικογένεια Καρπαθορώσων. Όπως πολλές άλλες οικογένειες στην Αυστροουγγρική αυτοκρατορία, η οικογένεια του Αλεξίου Τοθ ήταν αρχικά συνδεδεμένη με τους Ουνίτες. Ο πατέρας και ο αδελφός του Αλεξίου ήταν «ιερείς» και ο θείος του ήταν «Επίσκοπος» των Ουνιτών. Έλαβε εξαιρετική μόρφωση και έμαθε πολλές γλώσσες (καρπαθορωσικά, ουγγρικά, ρωσικά, γερμανικά, λατινικά και ελληνικά μόνο για ανάγνωση). Νυμφεύθηκε τη Ροζαλί Μιχάλιτς, την θυγατέρα ενός «ιερέως» και χειροτονήθηκε «πρεσβύτερος» στις 18 Απριλίου 1878 μ.Χ. Η γυναίκα του πέθανε σύντομα και μετά από λίγο και το μονάκριβο παιδί του. Ο Αλέξιος άντεξε τις δοκιμασίες αυτές με την υπομονή του Ιώβ.
Τον Μάιο του 1897 μ.Χ. ο Αλέξιος ανεδείχθη γραμματέας του Επισκόπου Πρέσωβ και υπεύθυνος του διοικητικού τομέα της Επισκοπής. Επίσης, του ανατέθηκε η διεύθυνση ενός ορφανοτροφείου. Στο σεμινάριο του Πρέσωβ ο Αλέξιος Τοθ δίδαξε εκκλησιαστική ιστορία και κανονικό δίκαιο, γνώσεις που τον βοήθησαν πάρα πολύ στην μετέπειτα ζωή του στην Αμερική.
Τον Οκτώβριο του 1889 μ.Χ. ανέλαβε ιερατικά καθήκοντα σε μία ουνιτική ενορία στη Μινεάπολη της Μινεσότας. Όμως, μέσα από διάφορες εκκλησιαστικές περιπέτειες, αποφάσισε να απευθυνθεί στον Ρώσο Ορθόδοξο Επίσκοπο Βλαδίμηρο. Στις 25 Μαρτίου του 1891 μ.Χ., ο ιερέας Αλέξιος Τοθ και 3.614 ενορίτες του προσήλθαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία και την πίστη των προγόνων τους. Οι ενορίτες, θεωρώντας αυτό το γεγονός ως ένα νέο θρίαμβο της Ορθοδοξίας, αναφώνησαν με χαρά: «Δόξα Σοι, ο Θεός, για το μεγάλο Του έλεος».
Το παράδειγμα του Αγίου Αλεξίου και της ενορίας του, που επέστρεψαν στην Ορθοδοξία, ήταν ενθαρρυντικό για εκατοντάδες άλλους Ουνίτες. Ο πατήρ Αλέξιος ήταν φως επί τη λυχνία και αποτελούσε φωτεινό παράδειγμα για τους πιστούς. Με το τολμηρό κήρυγμά του εξέθεσε την κακόπιστη διδασκαλία που είχε παραπλανήσει τους ανθρώπους, αλλά ήταν πολύ διακριτικός, για να μην καλλιεργήσει στο ποίμνιό του τη μισαλλοδοξία. Αναδείχθηκε κήρυκας της θεοσεβούς θεολογίας και του ορθού δόγματος και συνέγραψε αρκετά συγγράμματα για την ορθόδοξη πίστη και τον ορθόδοξο βίο.
Ο ενάρετος ιερέας, για να ανταπεξέλθει στις βιοτικές ανάγκες, ήταν αναγκασμένος να εργάζεται σε ένα φούρνο. Αν και τα χρήματά του ήταν λίγα, δεν παράλειπε να δίνει ελεημοσύνη στους φτωχούς και τους ενδεείς. Μοιραζόταν τα χρήματα με άλλους κληρικούς που ήταν σε χειρότερη κατάσταση από αυτόν και συνέφερε στην ανοικοδόμηση εκκλησιών και στην εκπαίδευση των φοιτητών Θεολογίας. Δεν ήταν ανήσυχος σχετικά με την ζωή του, για το τι θα έτρωγε και τι θα ενδυόταν. Έχοντας εμπιστοσύνη στον Κύριο ακολουθούσε την προτροπή του Ευαγγελίου: «ζητεῖτε δὲ πρώτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμίν». Με αυτό τον τρόπο υπέφερε τη θλίψη, τη συκοφαντία και τις φυσικές επιθέσεις με υπομονή και πνευματική χαρά, υπενθυμίζοντάς μας ότι «παντὸς δυνατοτέρα ἐστὶν ἡ εὐσέβεια» και όπως και ο Ιωσίας «κατευθυνόταν ἐν ἐπιστροφῇ λαοῦ».
Ο Άγιος Αλέξιος συνέβαλε στη δημιουργία και στην επιστροφή πολλών ουνιτικών κοινοτήτων στην Ορθοδοξία. Από το 1909 μ.Χ., την περίοδο της μακαρίας κοιμήσεώς του, χιλιάδες Καρπαθορώσοι και Γαλισιανοί Ουνίτες είχαν επιστρέψει στην Ορθοδοξία. Αυτό ήταν ένα σημαντικό γεγονός στην ιστορία της ιεραποστολής στην Αμερικής, το οποίο συνέβαλε καθοριστικά στην εκεί εδραίωση της Ορθοδοξίας. Το 1907 μ.Χ. ο Άγιος αρνήθηκε την υποψηφιότητά του για τον επισκοπικό βαθμό προτείνοντας κάποιον νεότερο για τη θέση αυτή. Ο Άγιος Αλέξιος κοιμήθηκε με ειρήνη την Παρασκευή 7 Μαΐου 1909 μ.Χ. Τα ιερά λείψανά του φυλάσσονται στη μονή του Αγίου Τύχωνος στη νότια Καναάν της Πενσυλβανίας.
- Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Λιούμπεχ Ρωσίας.
- Σύναξη Υπεραγίας Θεοτόκου εν Ζίροβιτς Ρωσίας.
Η ιερή εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου του Ζίροβιτς βρέθηκε με θαυματουργικό τρόπο το 1470 μ.Χ. στην περιοχή Ζίροβιτς, στα σύνορα του Γκρούνεγκ. Μέσα στο δάσος, το οποίο ανήκε στον Ορθόδοξο Λιθουανό τιτλούχο Αλέξανδρο Σόλτον, οι βοσκοί αντίκρισαν ένα υπερφυσικό λαμπρό φως και όταν πλησίασαν είδαν την ακτινοβόλο εικόνα της Θεοτόκου επάνω σε ένα δένδρο. Με σεβασμό οι βοσκοί έδωσαν την εικόνα στον Αλέξανδρο Σόλτον, ο οποίος, χωρίς να δώσει ιδιαίτερη σημασία, την τοποθέτησε σε ένα προσκυνητάρι. Την επόμενη ημέρα ο Σόλτον είχε επισκέπτες και ήθελε να τους δείξει τι είχε βρεθεί. Προς μεγάλη έκπληξή του δεν βρήκε την εικόνα στο προσκυνητάρι, αν και την είχε δει εκεί πριν από λίγο. Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα οι βοσκοί πάλι βρήκαν την εικόνα στο ίδιο μέρος και την πήγαν πάλι στον Αλέξανδρο Σόλτον. Αυτή τη φορά, όμως, παρέλαβε την εικόνα με μεγάλο σεβασμό και υποσχέθηκε να χτίσει μία εκκλησία προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου στο μέρος που βρέθηκε η εικόνα. Γύρω από την ξύλινη εκκλησία, σύντομα δημιουργήθηκε ένας οικισμός και αργότερα δημιουργήθηκε μία ενορία.
Περί το 1520 μ.Χ. η εκκλησία καταστράφηκε από φωτιά, παρά τις προσπάθειες των κατοίκων να σβήσουν την πυρκαγιά και να σώσουν την εικόνα. Όλοι νόμιζαν ότι η εικόνα είχε καταστραφεί. Όμως, μερικά παιδιά από το χωριό, γυρνώντας από το σχολείο, είδαν ένα θαυμαστό όραμα. Η Παρθένος Μαρία, εξαιρετικά όμορφη και ακτινοβόλος, καθόταν πάνω σε μία πέτρα στην καμένη εκκλησία και στα χέρια της κρατούσε την εικόνα της. Τα παιδιά δεν τόλμησαν να την πλησιάσουν, αλλά έτρεξαν για να αναφέρουν το γεγονός σε συγγενείς και φίλους.
Όλοι μαζί οι πιστοί μαζί με τον ιερέα πήγαν στο λόφο και βρήκαν την εικόνα της Παναγίας τελείως ανέπαφη από τη φωτιά, τοποθετημένη επάνω σε μία πέτρα με ένα αναμμένο καντήλι μπροστά της. Έκτισαν μία πέτρινη εκκλησία και τοποθέτησαν εντός αυτής τη θαυματουργή εικόνα. Αργότερα, εκεί, αναπτύχθηκε ένα ανδρικό μοναστήρι που κατηύθυνε τον αγώνα της Ορθοδοξίας κατά της Ουνίας και των Λατίνων. Το 1609 μ.Χ. η μονή κατελήφθη από Ουνίτες και παρέμεινε υπό την κατοχή τους μέχρι το 1839 μ.Χ. Το ίδιο έτος η μονή περιήλθε και πάλι στους Ορθοδόξους. Κατά την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου η εικόνα της Παναγίας του Ζίροβιτς μεταφέρθηκε, προς πνευματική ενίσχυση του λαού, στην Μόσχα και στις αρχές του 1920 μ.Χ. επεστράφη στη μονή.
- ΠΗΓΗ: http://www.saint.gr
ΠΗΓΗ TIMESNEWS